Extracts translated from the Greek Book Review by Demetris Dallas (Δημήτρης Π. Δάλλας) published in the Epirot periodical, “To Zagori Mas”, August-September, 2011:
“He examines perceptions and preconceived ideas (as well as their historical development up until the present day), Greek Nationalism as well as the chauvinism of foreigners. This presentation makes the book more interesting than a strictly historical narrative.
Contrasting different geographical locations with longstanding links (Epirus and the Ionian Islands) offers possibilities for interesting comparisons, diachronically and synchronically, between the mainland region and the Western Greek islands; the experience and the heritage of the Ottoman Empire on the one hand, and Venetian rule on the other; between different musical genres such as kantades and klarino music; between local identities and the position of women in society...
The style is fluent, compact, enjoyable and understandable, and the author exhibits a subtle sense of humour.
The author’s love for the place and the people is obvious, but he also has an honest, open and evenly directed critical attitude.
He is the first English author I have come across who understands our music: he participates- from our point of view, and not from any traditional “Western” point of view (of the variety exhibited at least since Lord Byron, who condemned the crude screeches of the shepherd’s pipe in his poem, Childe Harold)".
Greek Book Review from To Zagori Mas, August-September 2011 (easier to read version):
«Τα νησιά του Ιονίου και η Ήπειρος: Τοπία της φαντασίας»,
του Τζιμ Ποττς
Ο Άγγλος συντοπίτης μας Τζιμ Ποττς (Jim Potts) εξέδωσε το 2010 τη μελέτη Τα νησιά του Ιονίου και η Ήπειρος: Τοπία της φαντασίας (The Ionian Islands and Epirus: Landscapes of the Imagination) από τις εκδόσεις Signal στη Μεγάλη Βρετανία και από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις της Οξφόρδης (Oxford University Press) στις ΗΠΑ.
Λέω «συντοπίτης μας», διότι εδώ και καμιά τριανταριά χρόνια έχει αποκτήσει σπίτι στη Βίτσα. Τούτο καθίσταται ακόμη σημαντικότερο, αν λάβουμε υπόψη ότι επί τριάντα πέντε χρόνια υπηρέτησε το Βρετανικό Συμβούλιο περιπλανώμενος σε διάφορες χώρες: στην Κένυα, στη Σουηδία, στην τότε Τσεχοσλοβακία, στη Σουηδία, στην Αυστραλία. Αγαπά τον τόπο μας, κατανοεί τη μουσική του όπως λίγοι εκτός της περιοχής μας (ως καλλιτέχνης του μπλουζ επίσης), κι έχει γράψει ωραία ποιήματα για το Ζαγόρι.
Το τοπικό ενδιαφέρον είναι προφανές: αναφέρω μόνο ότι ο όρος Ζαγόρι αναφέρεται ήδη στην πρώτη σελίδα της Εισαγωγής, και ότι στη δεύτερη ο συγγραφέας μνημονεύει το πανηγύρι της Βίτσας και «τον εξαιρετικό μουσικό Γρηγόρη Καψάλη από τον Ελαφότοπο (Τσερβάρι)».
Μακροσκελή κριτικά σημειώματα αγγλοφώνων εντύπων εκδιδομένων στην Ελλάδα σημειώνουν μεταξύ άλλων τα εξής:
«Αυτό το μικρό έντυπο κόσμημα παρέχει στον οξυδερκή ταξιδιώτη εκείνο που εξόφθαλμα απουσιάζει από άλλους τουριστικούς οδηγούς: μια πραγματική πολιτιστική ιστορία, με την οποία είναι δυνατό να ερμηνεύσει την υπέροχη εμπειρία των Επτανήσων και της Ηπείρου» (Athens News).
«Θέτει βαθύτερα ερωτήματα σχετικά με τη φύση της ελληνικής ταυτότητας και της ίδιας της “ελληνικής εμπειρίας”. Αυτό το καλειδοσκόπιο ιδεών και εικόνων […] παρέχει βαθιά αντίληψη της Ιστορίας των νησιών και της Ηπείρου, καθώς και της πολιτιστικής κληρονομιάς η οποία απομένει» (Athens Insider).
Ο συγγραφέας κοπίασε επί τριετία και πλέον για την έρευνα και τον έλεγχο των πηγών, ελληνικών και αγγλοφώνων. Μάλιστα έχει ανασύρει κείμενα ελάχιστα γνωστά ή επί μακρόν ξεχασμένα στη Βρεταννική Βιβλιοθήκη του Λονδίνου και στη Βιβλιοθήκη Μίτσελ του Σύδνεϋ της Αυστραλίας. (Η έρευνα σε άλλα αρχεία, π.χ. ενετικά και τουρκικά, θα ήταν εξαιρετικά δυσχερής λόγω της γλώσσας, και οπωσδήποτε χρονοβόρος).
Παρουσιάζει τους τόπους χωρίς περιστροφές, με τα καλά και τ’ άσχημά τους, παλιά και νέα. Εξετάζει αντιλήψεις κατά την ιστορική ανάπτυξή τους μέχρι το παρόν, ζητήματα ελληνικού εθνικισμού, την προκατάληψη και τον σωβινισμό των ξένων. Κατ’ ουσίαν ο συγγραφέας παρουσιάζει τις απόψεις άλλων ανθρώπων για τους τόπους υπό τη δική του άποψη και προσθέτει έξυπνα τις παρατηρήσεις του. Θεωρεί ότι το πόνημά του δεν αποτελεί πραγματική πολιτιστική Ιστορία, διότι «εξετάζει επιλεκτικώς (ούτε πλήρως ούτε χρονολογικώς) όσα επεισόδια, μέρη και γεγονότα γοήτευσαν περισσότερο τη φαντασία των συγγραφέων, Ελλήνων και ξένων». Έτσι δημιουργήθηκε το «μωσαϊκό» ή «καλειδοσκόπιο» των ιστορικών θεμάτων τα οποία καλύπτει το βιβλίο, το οποίο καθίσταται ούτω πιο ενδιαφέρον από αυστηρώς ιστορικό αφήγημα.
Η συνύπαρξη των ανομοίων γεωγραφικών διαμερισμάτων (με παλαιότατους δεσμούς μεταξύ τους) προσφέρει τη δυνατότητα για ενδιαφέρουσες συγκρίσεις κατά τη διαχρονία και τη συγχρονία: μεταξύ της ηπειρωτικής χώρας και των δυτικών νησιών· της εμπειρίας και της κληρονομιάς της οθωμανικής αφ’ ενός και της ενετικής κυριαρχίας αφ’ ετέρου· της μουσικής, π.χ. μεταξύ καντάδας και κλαρίνου· των τοπικών ταυτοτήτων· της θέσεως των γυναικών στην κοινωνία.
Εντοπίζονται αναφορές σε όλο το φάσμα της Ιστορίας και της λογοτεχνίας, από τον Όμηρο και τον Οδυσσέα, τη Σαπφώ και τον Θουκυδίδη, τον βασιλέα Πύρρο, μέχρι την Ενετοκρατία και τον Αλή Πασά, το ’40 και τη δικτατορία του ’67-’74. Μεταξύ των αποσπασμάτων συγχρόνων συγγραφέων εμφανίζονται ως κύριες πηγές κείμενα των «δικών μας» Κρυστάλλη, Χρηστοβασίλη, Δ. Σάρρου, Δ. Χατζή, Φρ. Τζιόβα, και Χρ. Μηλιώνη.
Ο συγγραφέας εξετάζει ακόμη απολύτως σύγχρονα ζητήματα: για παράδειγμα, το άχθος του τουρισμού στις υποδομές της Κέρκυρας (ιδίως ως προς τη νοσοκομειακή περίθαλψη και τη διαχείριση των απορριμμάτων), αλλά και τις ευθύνες των εντοπίων για την κατάσταση των υποδομών (τούτο μπορεί ν’ αποτελέσει οδηγό ως προς την αποφυγή λαθών κατά τη δική μας προοπτική της τουριστικής αναπτύξεως)· τη σημερινή οδοποιία του Ζαγοριού εν συγκρίσει προς τους δρόμους μας του 1971, όπως φαίνονται στην κινηματογραφική ταινία «Αναπαράσταση» του Θόδωρου Αγγελόπουλου· τους σεισμούς στα νησιά, ιδίως στην Κεφαλλονιά· το δίλημμα μεταξύ της συντήρησης και της καταστροφής της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς: οθωμανικής, ενετικής, αγγλικής και άλλων.
Η γραφή είναι ρευστή, κρουστή, ευχάριστη, κατανοητή· δεν της λείπει το λεπτό χιούμορ. Είναι επίσης κατάδηλη η αγάπη του συγγραφέα για τον τόπο και τους ανθρώπους, αλλά εμφανής και η τίμια κριτική διάθεση προς όλες τις κατευθύνσεις. (Ίσως πρέπει να δημοσιεύσουμε στο «Ζ» μας δύο ή τρία δοκίμια του Τζιμ Ποττς για την παραδοσιακή μουσική μας, τα οποία δημοσίευσε σε βρεταννικά μουσικά περιοδικά. Είναι ο πρώτος αγγλόφωνος συγγραφέας που διαβάζω, ο οποίος κατανοεί τη μουσική μας –καθίσταται μέτοχός της– από την πλευρά μας, και όχι κατά μια «δυτική» παράδοση χρονολογουμένη τουλάχιστον από τον Λόρδο Βύρωνα, ο οποίος επέκρινε τις «άξεστες στριγγλιές της φλογέρας» στο ποίημα Τσάιλδ Χάρολδ).
Εν κατακλείδι: Το βιβλίο αξίζει να το διαβάσουμε στη γλώσσα μας. Αν εκδοθεί στα ελληνικά, ας το προμηθευθούμε. Απ’ το να παρακολουθούμε ενεοί το τι έχει να πει κάθε εγχώριο και διεθνές «παπαγαλάκι» στις τηλεοράσεις, ας μελετήσουμε το τι είδαν και τι έγραψαν άνθρωποι σοβαροί. Διότι ο κ. Ποττς μάς δείχνει εμμέσως ότι δίνουμε δυσανάλογα μεγάλη σημασία σε πάμπολλα πρόσωπα λιπαρή και ανερμάτιστα, ενώ καταπνίγεται διαχρονικώς η χαμηλή φωνή όσων έχουν αξία, άρα όχι την ανάγκη να προβληθούν δια των κραυγών και των ύβρεων.
No comments:
Post a Comment